ξαφριστήρι

ξαφριστήρι
το
ο ξαφριστήρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξαφρίζω + επίθημα -τήρι (πρβλ. σκαλισ-τήρι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ξαφριστήρι — το εργαλείο της κουζίνας με το οποίο αφαιρείται ο αφρός του φαγητού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξαφριστήρας — και εξαφριστής, ο και ξαφριστήρι, το [εξαφρίζω] ειδική κουτάλα με τρύπες για την εξάφριση …   Dictionary of Greek

  • κεψές — και κεπτσές, ο τρυπητή κουτάλα ξαφρίσματος τού φαγητού, ξαφριστήρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. kepce] …   Dictionary of Greek

  • κεψές — ο (λ. τουρκ.), τρυπητή χουλιάρα, ξαφριστήρι: Ξαφρίσαμε το κρέας με τον κεψέ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”